λίμπιντο

λίμπιντο
Όρος της ψυχανάλυσης, που υποδηλώνει την ερωτική παρόρμηση. Βλ. λ. ψυχανάλυση.
* * *
το, και η
(κατά την ψυχαναλ. θεωρία) η συγκινησιακή ή ψυχική ενέργεια η οποία απορρέει από πρωτογενείς βιολογικές παρορμήσεις, ταυτιζόμενες σχεδόν με το γενετήσιο ένστικτο, και η οποία, συνήθως, ενέχει σκοπιμότητα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. είναι μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. libido < νεολατ. libido < λατ. libido, -inis «επιθυμία» (< libere «αισθάνομαι ευχαρίστηση»)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • λίμπιντο — λίμπιντο, το και λίμπιντο, η άκλ. (λ. λατ.), το κίνητρο κάθε ενέργειας του ατόμου που ταυτίζεται με την ερωτική ορμή …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ψυχανάλυση — Σύστημα μεθόδων για τη διερεύνηση της ψυχικής ζωής, που μελετούν την ασυνείδητη σημασία λόγων, πράξεων, προϊόντων της φαντασίας (ονείρων, παραληρημάτων) ενός υποκειμένου. Με τον όρο ψ. χαρακτηρίζεται επίσης η ψυχοθεραπευτική μέθοδος, που… …   Dictionary of Greek

  • εξωστρέφεια — Όρος της ψυχολογίας που δηλώνει τη συγκεκριμένη κατεύθυνση της ψυχικής ενέργειας (λίμπιντο) σε σχέση προς το αντικείμενο. Κατά την ε., η ψυχική ενέργεια φέρεται πάντοτε προς το αντικείμενο που υπάρχει έξω από τον ψυχικό κόσμο του ατόμου, γεγονός… …   Dictionary of Greek

  • Γιουνγκ, Καρλ Γκούσταφ — (Karl Gustav Jung, Κέσβιλ, Τούργκαου 1875 – Κούσναχτ, Ζυρίχη 1961). Ελβετός ψυχολόγος και ψυχίατρος. Θεωρείται ο σημαντικότερος από τους ψυχαναλυτές που απομακρύνθηκαν από τον Φρόιντ. Το έργο του χαρακτηρίζεται από τον τεράστιο όγκο (περισσότεροι …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”